Είναι ένας από τους ανθρώπους που έχουν μελετήσει σε βάθος τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Ρωσία. Ο διακεκριμένος Νορβηγός ιστορικός Άρνε Γουέσταντ, που τώρα διδάσκει ιστορία στο πανεπιστήμιο του Γιέιλ, έγραψε πρόσφατα ένα συναρπαστικό βιβλίο που κυκλοφόρησε και στα ελληνικά (Ο Ψυχρός Πόλεμος, εκδόσεις Πατάκης) εξηγώντας πως ο στρατιωτικός και ιδεολογικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις τότε δύο υπερδυνάμεις, τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση, επηρέασε την περίοδο του ψυχρού πολέμου κάθε γωνιά του πλανήτη.
Η ρωσική εισβολή ξάφνιασε τον Άρνε Γουέσταντ που δεν περίμενε πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα προχωρούσε σε εισβολή τόσο ευρείας κλίμακας. Πιστεύει πως η Ρωσία κινείται σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς οι συνέπειες από την ουκρανική κρίση θα την στοιχειώνουν για τα επόμενα χρόνια. Το πόσο θα διαρκέσουν οι συγκρούσεις και το κυριότερο πώς θα τελειώσουν είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Αυτό που βλέπει όμως ο Νορβηγός ιστορικός είναι πως ό,τι και να γίνει ο Ρώσος πρόεδρος έχει ήδη χάσει, αφού με τις ενέργειές του βάζει τη χώρα του στο περιθώριο και την απομονώνει από τη διεθνή κοινότητα. Παρόλα αυτά δεν θεωρεί πως μπορεί να γίνεται λόγος για ένα νέο ψυχρό πόλεμο. Όπως εξήγησε επρόκειτο για μια έντονα ιδεολογικά φορτισμένη περίοδο, στην οποία κυριάρχησε η αντιπαλότητα της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα. Πιστεύει πως η ουκρανική κρίση έχει μεγαλύτερες ομοιότητες με άλλες περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, όπως τα τέλη του 19ου αιώνα ή τις αρχές του 20ού αιώνα, οι οποίες χαρακτηρίζονται ασταθείς.
Το επόμενο διάστημα, ανάλογα και με το πώς θα τερματιστεί η κρίση στην Ουκρανία, οι σχέσεις της Ρωσίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα δοκιμαστούν σε μεγάλο βαθμό. Το ουκρανικό θα αφήσει έντονα το αποτύπωμά του σε έναν πολυπολικό κόσμο, στον οποίο σημαντικό ρόλο εκτός από τις ΗΠΑ διεκδικεί να παίξει πλέον και η Κίνα. Η Δύση, ανέφερε ο Άρνε Γουέσταντ, έκανε σημαντικά λάθη όταν τέλειωσε ο Ψυχρός Πόλεμος που δεν επεδίωξε να έχει καλύτερες σχέσεις με τη Ρωσία, βάζοντας τις βάσεις για μια πιο εποικοδομητική προσέγγιση, αλλά αντίθετα επέλεξε τη σύγκρουση. «Θα μπορούσαμε να κάναμε πολύ περισσότερα και να προσπαθούσε να συνεργαστούμε με τη Ρωσία και να τη συμπεριλάβουμε στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας, αντί να την αποκλείσουμε», ανέφερε εξηγώντας πως δεν είναι καθόλου αισιόδοξος ότι τα πράγματα μπορεί σήμερα εύκολα να αλλάξουν.
-Στο βιβλίο σας περιγράφετε μια σειρά συγκρούσεων που έλαβαν χώρα τον περασμένο αιώνα ως συνεπειών του Ψυχρού Πολέμου. Αν και εκείνη η περίοδος έχει τελειώσει, μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο και για τον πόλεμο τώρα στην Ουκρανία;
-Λοιπόν, δεν πιστεύω πως είναι ακριβώς άλλη μια ψυχροπολεμική σύγκρουση. Υπάρχουν κάποιες ομοιότητες με εκείνη την ιστορική περίοδο όπως την βίωσε κυρίως η Ευρώπη αλλά υπάρχουν και διαφορές. Ο Ψυχρός Πόλεμος αφορούσε ένα διπολικό σύστημα και υπήρχε ένα μεγάλο ιδεολογικό χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών. Αυτή η πτυχή δεν υπάρχει σήμερα. Βλέποντας τα πράγματα όπως εξελίσσονται θεωρώ πως η ουκρανική κρίση έχει μεγαλύτερες ομοιότητες με άλλες περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, όπως τα τέλη του 19ου αιώνα ή τις αρχές του 20ού αιώνα, οι οποίες χαρακτηρίζονται ασταθείς. Αντίθετα, στον Ψυχρό Πόλεμο υπήρχε μεγάλη σταθερότητα. Επιπλέον, ας μην ξεχνούμε πως αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη έχουμε ένα θερμό μέτωπο, κάτι που δεν το ζήσαμε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
-Μπορούμε να αναζητήσουμε τις ρίζες της εισβολής στην Ουκρανία στον κόσμο όπως διαμορφώθηκε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου;
-Και ναι και όχι. Όπως υποστηρίζω και στο βιβλίο μου, πιστεύω πως η Δύση έκανε πολλά λάθη στον τρόπο που αντιμετώπισε τη Ρωσία μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Θα μπορούσαμε να κάναμε πολύ περισσότερα και να προσπαθούσε να συνεργαστούμε με τη Ρωσία και να τη συμπεριλάβουμε στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας, αντί να την αποκλείσουμε. Θα μπορούσαμε να πετύχουμε και πολύ καλύτερη οικονομική συνεργασία. Έχοντας πει αυτό, πρέπει να τονίσω πως δεν είναι τα λάθη της Δύσης που πυροδότησαν την απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία. Το άλλο σοβαρό θέμα ακούγοντας τα διαγγέλματα του Ρώσου προέδρου είναι πως όχι μόνο δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη της Ουκρανίας ως ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο κράτος, αλλά προσπαθεί να αρνηθεί την εθνικότητα της χώρας. Είμαστε λέει όλοι Ρώσοι, μόνο που κάποιοι από εμάς έχουν παραπλανηθεί από τη Δύση για να νομίζουν πως έχουν λόγους ξεχωριστής ύπαρξης από τη Ρωσία. Και αυτό δεν έχει να κάνει με τον Ψυχρό Πόλεμο. Έχει βαθύτερες ρίζες που φτάνουν στο πώς αντιλαμβάνεται την ιστορία της η ίδια η Ρωσία. Στο διάγγελμά του έφτασε στο σημείο να ρίξει το φταίξιμο στον Λένιν.
-Παρεμπιπτόντως, ποια ήταν η αντίδρασή σας ως ιστορικού ακούγοντας τον Βλαντιμίρ Πούτιν να ισχυρίζεται πως η Ουκρανία ιστορικά δεν έχει κανένα λόγο να δικαιούται να είναι ένα εθνικά, ανεξάρτητο κράτος;
-Αυτό ήταν πιθανόν μια από τις πιο σοκαριστικές πτυχές αυτής της ιστορίας. Ακόμη και αν υπήρχαν ενδείξεις στο παρελθόν πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν και το περιβάλλον του ιδιωτικά έκαναν τέτοιες σκέψεις στο παρελθόν, δεν τόλμησαν να τις εκστομίσουν φανερά. Εκπλάγηκα να ακούσω τέτοιες θέσεις να εκφράζονται δημοσίως και ακόμη περισσότερο όταν είδα τα ρωσικά στρατεύματα να εισβάλλουν στην Ουκρανία. Ήμουν ανάμεσα σε όσους πίστευαν πως δεν θα τολμούσε ο Ρώσος πρόεδρος να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια, αλλά αντίθετα πίστευα πως θα επιχειρούσε στις ανατολικές περιοχές ίσως και στο νότο και όχι να προσπαθήσει να κατακτήσει ολόκληρη την Ουκρανία. Πολλές φορές θεωρούμε πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο περίγυρός του είναι καλοί realpolitik παίχτες και ότι καταφέρνουν να πετυχαίνουν αυτά που επιδιώκουν. Παρά την εμπλοκή της Ρωσίας σε διάφορες συγκρούσεις, για παράδειγμα στη Συρία, στη Λιβύη η ισχύς της είναι σε φθίνουσα πορεία. Όποια κι αν είναι η εξέλιξη ακόμη και να νικήσει στρατιωτικά, θεωρώ πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ηττηθεί.
Πηγή: philenews.com